Ηδύφωνο

Ηδύφωνο Το «Ηδύφωνο» είναι ένα 16σέλιδο πολιτιστικό ένθετο ποι?
(6)

Τα όμορφα ένθετα «όμορφα καίγονται»Το «Ηδύφωνο», στο  77ο τεύχος του, ολοκληρώνει την έντυπη πορεία του στην «Κυριακάτικ...
26/09/2016

Τα όμορφα ένθετα «όμορφα καίγονται»

Το «Ηδύφωνο», στο 77ο τεύχος του, ολοκληρώνει την έντυπη πορεία του στην «Κυριακάτικη Σημερινή». Με την αφορμή αυτή, η συντακτική και δημιουργική ομάδα ευχαριστεί θερμά όσους το διάβασαν και το στήριξαν, αλλά και όσους «παρέκαμψαν» ή ξεφύλλισαν με αδιαφορία τις σελίδες του. Θέλουμε να πιστεύουμε πως υπηρετήσαμε, με τις λιγοστές μας δυνάμεις, τον χώρο της ενημέρωσης και του πολιτισμού, με συνέπεια, πάθος και ανιδιοτέλεια, έχοντας πάντα ως γνώμονα την ποιότητα και τον σεβασμό του αναγνώστη, με φρόνημα ανυποχώρητο στις Σειρήνες της εμπορευματοποίησης και του εκμαυλιστικού life style. Ελπίζουμε πως, ως πρόταση ύφους, γραφής και πολιτισμού, το «Η» θα συνεχίσει να υπάρχει μέσα στη φλεγόμενη χοάνη της αναγνωστικής μνήμης σαν ένα ελάχιστο, έστω, λυχνάρι, που θα φωτίζει στο μέλλον μιαν ανησυχία, έναν προβληματισμό, μια περίσκεψη... Γιατί, όπως ακριβώς στην υπέροχη ταινία του Srdjan Dragojevic τα όμορφα χωριά, τα όμορφα ένθετα «όμορφα καίγονται»

Η συντακτική ομάδα

Πολιτισμικοί Μετεωρίτες/// Με τον Κωνσταντίνο Α. Ει. Παπαθανασίου Αντρέ Μπρετόν: «Αναζητώ το χρυσάφι του χρόνου»Κατοπτεύ...
26/09/2016

Πολιτισμικοί Μετεωρίτες///
Με τον Κωνσταντίνο Α. Ει. Παπαθανασίου

Αντρέ Μπρετόν: «Αναζητώ το χρυσάφι του χρόνου»

Κατοπτεύσεις/// «Η επανάσταση και μόνο η επανάσταση είναι δημιουργός φωτός, και αυτό το φως δεν μπορεί να ακολουθεί παρά μόνο τρεις δρόμους: την ποίηση, την ελευθερία και την αγάπη»

Στις 18 Φεβρουαρίου συμπληρώθηκαν 120 χρόνια από τη γέννηση (1896) του «ασύγκριτου πουλιού της οικουμένης», όπως σε στίχο του έχει χαρακτηρίσει τον Μπρετόν ο δικός μας (και συνονόματός του) Ανδρέας Εμπειρίκος. Και στις 28 του Σεπτέμβρη συμπληρώνονται 50 χρόνια από την «επιστροφή του» (1966).
Αποχαιρετώντας, λοιπόν, τον Σεπτέμβριο… και φευ το «Ηδύφωνο», που φυσικά «παύεται» (sic) η κυκλοφορία του (στην Κύπρο των παχύδερμων ζούμε… ό,τι φάμε, ό,τι πιούμε… και τα συνεπακόλουθα), οι «Πολιτισμικοί Μετεωρίτες» και τα «Περιθωριακά» ευχαριστούν, πρώτα-πρώτα, δημόσια τον ποιητή Μιχάλη Παπαδόπουλο (υπεύθυνο έκδοσης του πολιτιστικού ενθέτου) για την ελευθερία, την εμπιστοσύνη και την υπομονή, που έδωσε/έδειξε, αναφορικά με τον υπογράφοντα (εδώ και 18 μήνες) τις προαναφερθείσες στήλες.
Τέλος της αρχής ή αρχή του τέλους, προσδοκώ να αποτελέσει το ελάχιστο κείμενο που παραδίδω με αφορμή τα 50άχρονα από τον θάνατο του Μπρετόν. Κι ας μην ξεχνάμε τις περίφημες δύο φράσεις του Γιάννη Γκολφινόπουλου (μέλους της, πάλαι ποτέ, «Σουρεαλιστικής Ομάδας Ιωαννίνων»), που δημοσίευσε στο οπισθόφυλλο του μοναδικού τεύχους του περιοδικού, «Penatralia», το οποίο εξέδωσε η ομάδα την Άνοιξη του 2005: «Αρνηθείτε τον Αντρέ Μπρετόν. Υπήρξε κάποτε, μα τώρα πια δεν υπάρχει. Αγαπήστε τον Αντρέ Μπρετόν. Κάποτε δεν υπήρξε, μα τώρα πια υπάρχει».

«Επάνοδος στον Μπρετόν»
Ο Έλλην υπερρεαλιστής ποιητής, Έκτορας Κακναβάτος (1920-2010), μεταφράζει και κυκλοφορεί το 1997, από τις εκδόσεις «Άγρα», στην περίφημη σειρά του εκδοτικού οίκου, «Ο άτακτος λαγός», αρ. 2, το κείμενο του Ζυλιέν Γκρακ (1910-2007), με τον τίτλο της παραγράφου, που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα, «Le Monde», την Παρασκευή 16 Φεβρουαρίου 1996, με την ευκαιρία της συμπλήρωσης ενός αιώνα από τη γέννηση του Αντρέ Μπρετόν (18 ή 19 Φεβρουαρίου 1896) και τριάντα χρόνων από τον θάνατό του (29 Σεπτεμβρίου 1966).
Εδώ, ο Γκρακ, απ' την αρχή του κειμένου του, φροντίζει να «γεωμετρήσει» τον Μπρετόν… στο σύμπαν, που φέρει τ' όνομά του: «Δεν πιστεύω πως ο Μπρετόν θα είχε αποδεχτεί τον εορτασμό της εκατονταετίας από τη γέννησή του ευμενώς. Αν, με τον τρόπο του, είχε κάποια σχέση με το ιερό, δεν είχε απολύτως καμιά με το πανηγυρικό, και τους συναφείς με το μνημόσυνο θεσμούς. Σε φιλονικία με την ιστορία από την εμφάνισή του, ο υπερρεαλισμός υπήρξε ελάχιστα φίλος της μνήμης: εμπόδιου στο τέλειο άνοιγμα προς το ενδεχόμενο, στην άσπρη σελίδα όπου μπορεί να εγγραφεί μ' όλη τη δύναμή της για ανανέωση, η αποκάλυψη. Ο Μπρετόν ήταν ολωσδιόλου εξερευνητικός, ενεδρεύοντας αυτό που επρομηνύετο, ήκιστα επιρρεπής στην ανακεφαλαίωση· δεν υπήρξε ταξιδιώτης του πίσω καθίσματος», σελ. 7.
Γύρω στο 1930, ο Σαλβαδόρ Νταλί ζωγραφίζει για τον Μπρετόν ένα «ex-libri» και γράφει την ακόλουθη φράση: «Αντρέ Μπρετόν, ο μυρμηγκοφάγος». Φαντασιακή δημιουργία τοτέμ: το ζώο παραμονεύει, σταματά, είναι σε επιφυλακή, περιμένει, έτοιμο να βγάλει τη γλώσσα του, να σημαδέψει τον άγνωστο, να τον καταπιεί. Ο «μυρμηγκοφάγος» πέθανε το 1966. Δύο χρόνια πριν από τον Μάη του '68. Δεν απαγορεύεται να σκεφτούμε ότι η «απροσδόκητη αναρχική έκρηξη» (όπως εύστοχα τη χαρακτήρισε ο Ζυλιέν Γκρακ) αυτής της άνοιξης δεν αφορούσε λιγότερο, σίγουρα πολύ περισσότερο, τον μεγάλο απόντα ποιητή, απ' ό,τι τον Ζαν-Πολ Σαρτρ ή τον Λουί Αραγκόν, παρόντες και οι δύο, εδώ κι εκεί, γύρω από τη Σορβόννη, εκείνες τις μέρες. Λίγο καιρό μετά τα γεγονότα, ο Ζορζ Πομπιντού είπε μια μέρα στον Ζυλιέν Γκρακ: «Στο βάθος, όλο αυτό ήταν ο Μπρετόν».
Ο Ζυλιέν Γκρακ, στο κείμενό του «Επάνοδος στον Μπρετόν», διαπιστώνει ότι τίποτα δεν έχει ρυθμιστεί μετά τους σουρεαλιστικούς καβγάδες, ειδικά εκείνους του Μπρετόν: η «ελεύθερη» και παγκόσμια κοινωνία της αγοράς συνεχίζει να παρέχει αφειδώς τα ευεργετήματά της, και μάλιστα προχωρεί στην εξασφάλιση της ευημερίας ολόκληρης της ανθρωπότητας (απελευθερωμένης επιτέλους, λέμε τώρα, από κάποιες ουτοπικές ψευδαισθήσεις), ενώ την ίδια στιγμή αναπτύσσει το πνευματικό επίπεδο των εργαζόμενων δημοκρατικών μαζών μέσα από τα τηλεπαιχνίδια και την ανάγνωση των εφημερίδων, με έμφαση στις ειδήσεις για τη ζωή των σταρ, τις ιπποδρομίες και τις τιμές των μετοχών στο χρηματιστήριο.

Δεύτερο Υπερρεαλιστικό Μανιφέστο, 1930
Σ' αυτό το σημείο, δύσκολο να μη θυμηθούμε τα λόγια του Μπρετόν στο «Δεύτερο Μανιφέστο»: «Θεωρούμε ότι ο σουρεαλισμός δεν έχει να φοβηθεί μήπως γίνει δόγμα της απόλυτης εξέγερσης, της ολοκληρωτικής ανυπακοής, του παραδειγματικού σαμποτάζ και να μην περιμένει τίποτα από τη βία. Η πιο απλή σουρεαλιστική πράξη γίνεται με το περίστροφο, με το να κατεβούμε στους δρόμους και να χτυπήσουμε στην τύχη, όσο μπορούμε, μέσα στο πλήθος. Ποιος δεν έχει νιώσει την επιθυμία, έστω μια φορά, να ξεμπερδέψει έτσι με το κυρίαρχο μικρό σύστημα του εξευτελισμού και της αποβλάκωσης, στη σημαδεμένη θέση του μέσα στο πλήθος με την κοιλιά στο ύψος της κάννης…».
Όποιοι κι αν είναι οι ελιγμοί που χρησιμοποιεί, ο Μπρετόν συνειδητοποιεί ότι ο αναγνώστης θα αναρωτηθεί τουλάχιστον αν πρόκειται «πραγματικά» για ένα κάλεσμα στην τυφλή και φονική τρομοκρατία -ο λόγος είναι «πραγματικός». Πρόκειται για μια κραυγή, για την όσο το δυνατόν πιο βίαιη διατύπωση της επιθυμίας για μια βίαιη απάντηση στην κοινωνική βία. Εδώ ταιριάζει απόλυτα ο υπερθετικός βαθμός. Η επανάσταση είναι «απόλυτη», η ανυπακοή «ολοκληρωτική». Ο σουρεαλισμός, δηλαδή η ποίηση που τείνει προς την πρακτική αλήθεια, στην ολοκλήρωσή της είναι εξ ορισμού απόλυτη, αλλιώς δεν υπάρχει. Είναι ανώφελο να ζητήσουμε από τον ποιητή να μην παρουσιάζεται σαν «ακραίος». Ο εξτρεμισμός είναι η φυσική του γλώσσα.
Επίσης, στο ίδιο μανιφέστο, διαβάζουμε: «Όλα είναι δυνατά, όλα τα μέσα είναι θεμιτά, όλα μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την καταστροφή των ιδεών περί οικογένειας, πατρίδας και θρησκείας». Για την έννοια της εργασίας, η αρχή έγινε ήδη στη «Nadja», (1928): «Με όλες μου τις δυνάμεις, μισώ αυτή την υποδούλωση που θέλουν να πληρώσω». Αντίθετα, για τις αξίες που προκαλεί και εκφράζει η έμπρακτη αντίσταση, παρατηρεί: «Η επανάσταση και μόνο η επανάσταση είναι δημιουργός φωτός, και αυτό το φως δεν μπορεί να ακολουθεί παρά μόνο τρεις δρόμους: την ποίηση, την ελευθερία και την αγάπη» («Ο Τρελός Έρωτας», 1937).

«Γράμματα από το μέτωπο»
Ιστορία του σουρεαλισμού, βιο-βιβλιογραφία του Μπρετόν ως ποιητή και συγγραφέα, δηλαδή ανθρώπου των γραμμάτων. Με μια λέξη, και με κεφαλαίο το ιώτα, Ιστορία. Και η Ιστορία, για τον Μπρετόν ξεκινά και είναι ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, που μυεί, που τρομάζει, που ξεσπά, που δίνει δυναμισμό. Και φυσικά, ο Ζακ Βασέ (1895-1919).
Ο σύγχρονος Έλλην υπερρεαλιστής, Νίκος Σταμπάκης -αυτός ο δεινός μελετητής του υπερρεαλιστικού κινήματος-, μας έχει δώσει το θεμελιώδες βιβλίο, για την «παρανόηση- κατανόηση-νόηση» (όπως θέλετε… εκλάβετέ το), του Αντρέ Μπρετόν, του Βασέ, «Γράμματα από το μέτωπο», (1916-1918), εκδόσεις Φαρφουλάς, Αθήνα, 2008. Πρόκειται για τη σύντομη ζωή και το έργο του ανθρώπου που ο αντίκτυπος της παρουσίας του σε μια μικρή ομάδα ποιητών που κινούνταν στο Παρίσι του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου σημάδεψε την άμεση προϊστορία του υπερρεαλισμού και της ριζικής τομής που αυτός έμελλε να επιφέρει στην έκφραση και στην εμπειρία. Σχεδόν ομήλικοι, Βασέ και Μπρετόν, γνωρίστηκαν το 1916 σε στρατιωτικό νοσοκομείο. Και η φιλία μεταξύ του τραυματία Βασέ και του νεαρού στρατιωτικού ιατρού Μπρετόν απέκτησε τόσο καθοριστική σημασία για τον δεύτερο, που εκείνος δεν έπαψε να την ανακαλεί σε σειρά γραπτών μέχρι το τέλος της ζωής του.
Από το Πρώτο Υπερρεαλιστικό Μανιφέστο (1924) μάς λέει: « Ο Ζακ Βασέ είναι υπερρεαλιστής εντός μου». Κι από τα πρώτα του δοκίμια σημειώνει… εμφατικά έως ακρογωνιαία: «Στον Ζακ Βασέ χρωστώ τα περισσότερα… Χωρίς εκείνον θα είχα γίνει ένας ποιητής· διέλυσε εντός μου εκείνη τη συνωμοσία δυνάμεων που οδηγεί στο να αποδίδει κανείς στον εαυτό του κάτι τόσο παράλογο όσο μια κλίση».
Η συνέχεια της Ιστορίας είναι ο Εμφύλιος Πόλεμος στη Ρωσία, με το όνομα «Επανάσταση του 1917», ο Ισπανικός Εμφύλιος, ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, ο Πόλεμος στην Ινδοκίνα, ο Πόλεμος στην Αλγερία κ.λπ., και είναι επίσης η Ιστορία ενός ατόμου (Μπρετόν), μιας ομάδας, ενός παρισινού, γαλλικού, ευρωπαϊκού, διεθνούς κινήματος που ακυρώνει κάθε ατομική βιογραφία, ακόμη κι αυτή του ιδρυτή… αυτής της κοινότητας δίχως σύνορα. Είναι η Ιστορία, λοιπόν, μιας «σουρεαλιστικής επανάστασης» στην υπηρεσία της ποίησης, η Ιστορία μιας «σουρεαλιστικής-ποιητικής επανάστασης» στην υπηρεσία της Επανάστασης: ατυχής προσχώρηση στον μπολσεβικισμό, δύσκολη διαδρομή και των μεν και των δε. Εδώ ο Μπρετόν, ο υποκινητής και εμπνευστής, ενστερνίζεται παραδειγματικά τις ιδέες του ορθόδοξου κομμουνισμού με την προσχώρησή του, το 1927, στο Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα, στη συνέχεια στις αναρχικές ελευθεριακές ιδέες της μεταπολεμικής εποχής, μέχρι και την καθοριστική συνάντησή του με τον Τρότσκι στο Μεξικό, που γίνεται αφορμή, το 1938, να γεννηθεί το μανιφέστο, «Για μια επαναστατική ανεξάρτητη τέχνη».
Ποτέ ο Μπρετόν δεν θα πάψει να σκέφτεται την ποιητική περιπέτεια στην πολιτική της διάσταση, περιφρουρώντας την αναγκαία και αναπαλλοτρίωτη «ανεξαρτησία» του. Τον Σεπτέμβριο του 1960, είναι ένας από τους πρώτους που υπέγραψαν τη δήλωση «Των 121» για το δικαίωμα της ανυπακοής στον Πόλεμο της Αλγερίας. «Ανυπακοή» είναι από τις πρώτες λέξεις του «Δεύτερου Μανιφέστου». Είναι η κυρίαρχη λέξη της ποίησης ως «απόλυτης απομάκρυνσης» για τον ερωτευμένο Μπρετόν. Για τον εφευρέτη (ή τον επανεφευρέτη) και πάντως τον δογματικό της «αυτόματης γραφής», είναι η κύρια μορφή ανυπακοής (τουλάχιστον στις αρχές της) στους κανόνες του νοήματος, στην «ορθολογική» ισχύ του λόγου.
Αν η ιστορία της αυτόματης γραφής, σύμφωνα με τον Μπρετόν, είναι η ιστορία μιας συνεχούς ατυχίας, θα μπορούσαμε ίσως να πούμε το ίδιο για το σύνολο της σουρεαλιστικής περιπέτειας: η πολιτικο-ποιητική επαναστατική άρθρωση είναι μια θλιβερή ιστορία, ο ανατρεπτικός εγωισμός είναι συζητήσιμος.
«Προφυλαχτείτε, Αντρέ Μπρετόν, από την παρουσίασή σας αργότερα στα εγχειρίδια λογοτεχνικής ιστορίας, ενώ αν επιζητούσαμε κάποια τιμή, θα ήταν εκείνη που θα είχαμε αν αποκτούσαμε μια μόνιμη θέση στην ιστορία των καταστροφών», γράφει ο Ρενέ Ντομάλ στο περιοδικό «Το μεγάλο παιχνίδι-Le grand jeu», το 1929.
Όμως η αποτυχία του Μπρετόν είναι γόνιμη και απεριόριστα παραγωγική. Ακόμα κι αν δεν μπορεί να συμπεριληφθεί στον κατάλογο των καταστροφών, ο σουρεαλιστής Μπρετόν (ο ένας ή ο άλλος και ο ένας μέσα στον άλλον… να και το τρισυπόστατο του ΑΝΘΡΩΠΟΥ!), θα έχει πάντως… ανοίξει το παράθυρο.
Ας δανειστούμε ακόμη μερικές φράσεις του Ζυλιέν Γκρακ: «Ο υπερρεαλισμός δεν εμφανίστηκε στα όρια μιας νέας χιλιετίας με άδεια χέρια. Δεν άλλαξε τη ζωή, αλλά εντούτοις την οξυγόνωσε αρκετά. Απεγκλώβισε αποφασιστικά την ποίηση, την έβγαλε απ' το γκέτο των άνισων γραμμών που την κρατούσε κατάκλειστη, ξεκαθάρισε τα κανάλια με τα οποία μπορεί εκείνη να αρδεύει τη ζωή κάθε μέρα με τη μαγεία του ονείρου και μ' εκείνη του τυχαίου και των συναντήσεων, καθώς και κάθε γεγονότος: ουσιαστική κατάκτηση».

«Η αναζήτηση της αρχής»
Ολοκληρώνοντας το ελάχιστο αυτό κείμενο για τον Αντρέ Μπρετόν, δεν θα μπορούσα να ξεχάσω ή αγνοήσω τα δοκίμια του κορυφαίου Μεξικανού ποιητή, Οκτάβιου Παζ, που αφορούν στον Μπρετόν και στον Υπερρεαλισμό. Από το δυσεύρετο, στην πρώτη του πειραματική έκδοση των 300 αντιτύπων, βιβλίο τού Παζ, «Η αναζήτηση της αρχής», Δοκίμια για τον Υπερρεαλισμό, μτφρ. Μάγια-Μαρία Ρούσσου, εκδόσεις Ηριδανός, Αθήνα, Δεκέμβριος 1983, το οποίο μου χαρίστηκε από μία οικογενειακή φίλη το 1998 (και την ευγνωμονώ μ' αυτή της τη χειρονομία), παραθέτω:
«Το να γράψεις για τον Αντρέ Μπρετόν σε μια διάλεκτο, που να μην είναι του πάθους, είναι αδύνατο. Ένα παραπάνω θα ήταν και άπρεπο. Για κείνον οι δυνατότητες της λέξης δεν ήταν άλλες από εκείνες του πάθους κι αυτό πάλι, στη μορφή του την πιο υψηλή και έντονη, δεν ήταν παρά διάλεκτος σε στάδιο άγριας αγνότητας: Ποίηση. Μπρετόν: η γλώσσα του πάθους -το πάθος της γλώσσας. Όλη του η αναζήτηση, ακόμα περισσότερο από εξερεύνηση άγνωστων ψυχικών περιοχών, υπήρξε η ανακάλυψη ενός χαμένου βασιλείου: η αρχέγονη λέξη, ο άνθρωπος ο προγενέστερος των ανθρώπων και των πολιτισμών, σελ. 45.
»Η γλώσσα για να εκφράσει τον ίδιο της τον εαυτό, εκμηδενίζει τη συνείδηση. Η ποίηση δεν σώζει τον ποιητή: τον διαλύει μέσα στην πραγματικότητα, την πιο αχανή και δυναμική, της ομιλίας. Η άσκηση της ποίησης απαιτεί την εγκατάλειψη, την αποκήρυξη του εγώ, σελ. 47.
»Η έλξη ανάμεσα στις συλλαβές και τις λέξεις δεν είναι διαφορετική από εκείνη των άστρων και των σωμάτων. Η αρχαία αντίληψη της αναλογίας επανεμφανίζεται: Η φύση είναι διάλεκτος κι αυτή, με τη σειρά της, είναι ο αντικατοπτρισμός της πρώτης. Η επανάκτηση της φυσικής γλώσσας είναι να ξαναγυρίσουμε στη φύση, την πριν από την πτώση και την ιστορία: η ποίηση είναι το τεκμήριο της αρχέγονης αθωότητας», σελ. 50.
»Ο υπερρεαλισμός είναι ένα κίνημα για ολοκληρωτική απελευθέρωση, όχι μια σχολή ποιητική. Οδός ανακατάληψης του ιδιώματος της αθωότητας και ανανέωση του αρχέγονου συμβολαίου, η ποίηση είναι γραφή της θεμελίωσης του ανθρώπου. Ο υπερρεαλισμός είναι επαναστατικός γιατί είναι μια επιστροφή στη ρίζα της ρίζας», σελ. 51.


Hδύφωνο, 25.9.2016
σελ. 4-5

26/09/2016

Περιθωριακά/// Με τον Κωνσταντίνο Α. Ει. Παπαθανασίου

Αντρέ Μπρετόν-Ρενέ Σαρ-Πολ Ελυάρ: «Αργά, Έργα»

Προβολές/// «Ο κόσμος ανάποδα θα ήταν χαριτωμένος/Στα μάτια του αντι-ανθρώπου/Τι αμμόμετρο που είναι η γη/Τι συγκοινωνούντα δοχεία η γέννηση και ο θάνατος»

Η ελληνική βιβλιογραφία, που αφορά στον Μπρετόν και στον Υπερρεαλισμό, είναι πλούσια, αξιόλογη και καλώς ή κακώς μεταφρασμένη. Κι εκεί που νομίζανε/νομίζαμε όλοι πως έχουν λεχθεί-μεταφραστεί... όλα τα σημαντικά, ο ποιητής, μεταφραστής, μελετητής του κινήματος και ιδρυτικό μέλος της Υπερρεαλιστικής Ομάδας Αθηνών, Σωτήρης Λιόντος (γεν. 1964), προσέφερε στο ελληνόφωνο (sic) κοινό, μεταφράζοντας άψογα, δύο σημαντικότατα βιβλία του Μπρετόν.
Το πρώτο με τίτλο, «Γαιόφως και άλλα ποιήματα, (1916-1936), κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «ύψιλον/βιβλία», στην Αθήνα, τον Οκτώβριο του 2004. Η εισαγωγή, η μετάφραση και οι σημειώσεις του Λιόντου, επιτέλους, κάλυψαν ένα τεράστιο κενό: Αυτό της ποίησης που έγραψε ο Μπρετόν.
Το δεύτερο με τίτλο, «Αργά, έργα», κυκλοφόρησε πάλι από τις εκδόσεις «ύψιλον/βιβλία», δίγλωσσο, στην Αθήνα, τον Οκτώβριο του 2006. Ένα μοναδικό βιβλίο, όπως θα εξηγηθεί παρακάτω, μία μοναδική ποιητική συλλογή που έχει εκδοθεί και μεταφραστεί σε αυτοτελές βιβλίο στα γερμανικά, το 1988, στα αγγλικά, το 1990, και στη γλώσσα μας, όπως λέχθηκε, το 2006.

Ένα συλλογικό έργο
Το «Αργά, έργα» (1930) αποτελεί ένα από τα χαρακτηριστικότερα δείγματα συλλογικού έργου στην ιστορία του υπερρεαλισμού. Υπήρξε προϊόν μιας ευνοϊκής συγκυρίας και καρπός ενός ευτυχούς πειράματος, αυτού της αυθόρμητης επίτευξης μιας συλλογικής έκφρασης, στην υλοποίηση της οποίας προέβησαν τρεις σπουδαίοι ποιητές. Ο ιδρυτής, εμψυχωτής και κυριότερος συγγραφέας και θεωρητικός του υπερρεαλισμού Αντρέ Μπρετόν (1896-1966), το ιδρυτικό στέλεχος του υπερρεαλιστικού κινήματος και ένας από τους σημαντικότερους ποιητές του υπερρεαλισμού Πολ Ελυάρ (1895-1952) και ο νεοεισερχόμενος τότε στο κίνημα εξίσου αξιόλογος, και στην πορεία του από τους κορυφαίους παγκόσμια, ποιητής Ρενέ Σαρ (1907-1988).
Το βιβλίο των τριών ανδρών, που στην πορεία τους κράτησαν αποστάσεις ο ένας από τον άλλον, γράφτηκε στην Αβινιόν ανάμεσα στις 25-30 Μαρτίου του 1930. Αφιερώνεται στον φίλο τους και ιδρυτικό στέλεχος του υπερρεαλισμού, Μπενζαμέν Περέ, που την περίοδο εκείνη βρισκόταν στη Βραζιλία.
Γράφει ο Λιόντος στην εισαγωγή του: «Ενώ άλλοτε δίνουν την εντύπωση διαδοχικών μονολόγων και άλλοτε μιας σειράς ποιητικών διαλόγων που αλληλοσυμπληρώνονται αξιοθαύμαστα, τα τριφωνικά αυτά ποιήματα εμφανίζουν μια εντυπωσιακή ομοιογένεια. Η συναρμογή του ενός λόγου μέσα στον άλλο πραγματοποιείται με σχετική ευκολία μέσω της χρήσης συμμετριών, εκφραστικών επαναλήψεων και σημασιολογικών συσχετισμών που ταξινομούν υποδειγματικά τα επιμέρους στοιχεία των ποιημάτων συμβάλλοντας στην άμβλυνση των αντιθέσεων. Τα πιο έκδηλα σημεία αναφοράς των ποιημάτων αυτών είναι εκείνα της περιπλάνησης, των τυχαίων ανακαλύψεων που χαρίζει η διαδρομή, η εικόνα του δρόμου που ξεδιπλώνεται αποκαλύπτοντας το απροσδόκητο καθώς και οι εκπλήξεις που κρύβει το τοπίο και η ενεδρεύουσα νύχτα μιας παρατεταμένης εκδρομής, την οποία οι συμμετέχοντες παρομοιάζουν με ένα σχολικό σκασιαρχείο».
Άλλωστε και ο τίτλος της συλλογής προέρχεται από μία πινακίδα οδοποιίας, που έκανε τους τρεις ποιητές να σταματήσουν, παρατηρώντας την σε μία από αυτές τις παρατεταμένες περιπλανήσεις, «Ralentir Travaux-Αργά, έργα». Τι πιο φυσικό να ονομάσουν έτσι την ποιητική συλλογή που είχαν αρχίσει να συνθέτουν ως μία ακόμη επιβεβαίωση του αντικειμενικού τυχαίου.
Ο Σωτήρης Λιόντος, πάλι στην εισαγωγή του, μας πληροφορεί πως ο υπερρεαλιστής ποιητής George Hugnet (1906-1974) χαρακτήρισε τη συλλογή ως την κατεξοχήν επιβεβαίωση της απρόσωπης ποίησης, μιας ποίησης που δεν επιδιώκει να παρουσιάσει έναν εξατομικευμένο χαρακτήρα, σύμφωνα με ό,τι είχε προτείνει ο κόμης του Λοτρεαμόν, γράφοντας: «Δεν πρόκειται για ένα χαριτωμένο ομαδικό παιχνίδι, αλλά για ένα τραγικό παιχνίδι εκείνου που δεν διαθέτει όνομα κι ένας διαρκής φόνος της ασήμαντης αλαζονείας της προσωπικότητας».
Οι τρεις ποιητές δεν μιλούσαν μόνο κοινή γλώσσα, δηλαδή τη μητρική τους… τη γαλλική, δεν μιλούσαν μόνο κοινή γλώσσα, δηλαδή την κινηματική… την υπερρεαλιστική, αλλά κατάφεραν να ενώσουν και από κοινού να μιλήσουν τη γλώσσα τους… 'σε' και 'με' εκείνη την «άλλη φωνή», που χρόνια αργότερα μας χάρισε το εύρος του φυσικού φαινομένου που είναι ο Οκτάβιο Παζ, μέσα από το περίφημο βιβλίο του, «Η Άλλη Φωνή-Η Ποίηση στο τέλος του αιώνα», εννοείται του εικοστού.

«Το άθλιο υποκείμενο»

Ο οίκος ο ηλίθιος είναι σημαιοστολισμένος
Προκαλεί τον θαυμασμό των φέρετρων που στοιβάζονται στο πεζοδρόμιο
Με την καλή θέληση που χαρακτηρίζει πάντα την αγάπη για τη διαφήμιση
Θα σου γνωστοποιήσω πώς ονομάζομαι
Ποιες ήταν οι αρετές μου και ο αριθμός των ετών που πέρασαν χωρίς να έχω κλέψει
(Πολ Ελυάρ)

Οι μαστοί της αγελάδας από σκιά
Δίνουν γάλα πυρκαγιάς
Που απολαμβάνουν τα φίδια τέσσερα τέσσερα σαν μια σκάλα τρόμου
(Αντρέ Μπρετόν)

Θα σου δείξω εγώ πώς μου κατεβαίνουν οι ιδέες
Δεν ξύνω πια με τα νύχια το τριχωτό της κεφαλής
Αλλά με το ισόβιο έμβρυο
Στριμωγμένο μέσα στο βάζο των προγόνων μου
Τώρα της οικογένειας
Είμαι το ίνδαλμα του εικοστού αιώνα
(Ρενέ Σαρ)

Μετάφραση: Σωτήρης Λιόντος

Ηδύφωνο, 25.9.2016
σελ. 6

Γιάννης Ζελιαναίος - Γιώτα ΠαναγιώτουΤο Straw Dogs… γαβγίζει υπέροχα Συνέντευξη/// Το κοινό σου το χτίζεις με τις καταθέ...
26/09/2016

Γιάννης Ζελιαναίος - Γιώτα Παναγιώτου

Το Straw Dogs… γαβγίζει υπέροχα

Συνέντευξη/// Το κοινό σου το χτίζεις με τις καταθέσεις σου ως δημιουργός και ως τρόπος παρουσίας σε αυτό που ονομάζεται τέχνη

ΜΙΧΑΛΗΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ
Τέσσερα χρόνια Straw Dogs… Άγρια, όμορφα, εμπνευσμένα. Οι εμπνευστές του πιο θαρραλέα δημιουργικού πολιτιστικού περιοδικού που κυκλοφορεί στον ελλαδικό και κυπριακό χώρο μιλούν στο «Ηδύφωνο» για τα πεπραγμένα της δουλειάς τους, καθώς και για τα επόμενά τους σχέδια, που σφύζουν από όνειρα και δημιουργική ζέση…Έτσι το ’φερε η μοίρα. Μαζί τους να ξεκινήσει το «Ηδύφωνο», μαζί τους να τελειώσει.

---Τέσσερα χρόνια Straw Dogs, με πολλά πρωτότυπα θέματα, εξαιρετικού ενδιαφέροντος αφιερωματικές σελίδες και μια πλούσια ποικιλότητα στην κάλυψη των διαφόρων καλλιτεχνικών και πολιτιστικών πεδίων. Θεωρείτε ότι έχετε εκπληρώσει τους στόχους που είχατε θέσει εξ αρχής;
Γ.Ζ: Νομίζω πως οι στόχοι του περιοδικού εκπληρώνονται τεύχος με τεύχος και σε κάθε επόμενο μπαίνουν νέοι. Υπάρχει μεγάλη διαφορά στο πώς ξεκινήσαμε στο πρώτο τεύχος και πώς οδεύει πια στο έκτο του, που ετοιμάζουμε. Ήρθαν κι έφυγαν εξωτερικοί συνεργάτες, προστέθηκαν κι αφαιρέθηκαν θεματικές κατηγορίες και κάθε τεύχος ετοιμάζεται ξεχωριστά σαν να τα ξεκινάμε όλα από την αρχή. Οπότε, θέτουμε πάντα στόχους για την επόμενη κίνηση μέχρι να εκπληρωθεί κι αυτή και πάει λέγοντας.
Γ.Π: Οι στόχοι που θέσαμε στις απαρχές του όλου εγχειρήματός μας αφορούσαν κυρίως την οριοθέτηση μιας ταυτότητας και μιας γραμμής πλεύσης ως προς την αισθητική και τη θεματολογία, τις οποίες θα θέλαμε να κοινωνήσουμε στο αναγνωστικό κοινό. Ασφαλώς, από τα γεννοφάσκια του Straw Dogs μέχρι σήμερα, υπήρξαν πολλές τροποποιήσεις, αφού το να ασχολείσαι με την τέχνη και δη αυτήν μέσα από τον έντυπο κόσμο και τον εκδοτικό χώρο, δεν είναι μια στατική κατάσταση ή μια μαθηματική πράξη ακριβείας, αλλά πιότερο μια αέναη διαδικασία σκέψης, που πολλές φορές σε κάνει να αναθεωρείς, να προσθέτεις και να αφαιρείς - να προσθέτεις και να αφαιρείς, ανθρώπους, καταστάσεις και θέματα έως ότου καταλήξεις σε αυτό που σου κάνει. Επομένως, οι αρχικοί μας στόχοι μπορεί να θεωρηθεί πως εκπληρώθηκαν, εφόσον η ανάγκη μας για δημιουργικότητα, το πείσμα και τα γερά μας στομάχια, οι ουσιαστικές συνεργασίες και οι επιλογές μας μάς κράτησαν και μας κρατούν στον χώρο και τον χορό τόσα χρόνια ενώ, όπως είπε κι ο Γιάννης, κάθε φορά, με κάθε νέα περιοδική ή βιβλιακή έκδοση, είναι σαν να ξεκινάμε τα πάντα από την αρχή, οπότε το κοντέρ μηδενίζεται και ξαναρχινά.

---Πέρα από την έκδοση του περιοδικού, επεκταθήκαμε και στον χώρο των βιβλιακών εκδόσεων, με βιβλία, κυρίως, ποίησης. Πώς σταθμίζετε αυτήν τη διεύρυνση της εκδοτικής σας εμπειρίας;
Γ.Ζ: Η απόφαση για να ξεκινήσουμε να κάνουμε και βιβλιακές εκδόσεις πάρθηκε βασικά όταν ήταν να κυκλοφορήσω εγώ το νέο μου βιβλίο, «Μακάριοι οι σκύλοι του οινοπνεύματος». Δεν υπήρχε κανένα νόημα να απευθυνθώ σε κάποιον εκδότη, από τη στιγμή που μπορούσαμε να το βγάλουμε εμείς οι ίδιοι με τους δικούς μας όρους, τη δική μας λογική κι αισθητική. Απ’ εκεί και πέρα αποφασίσαμε πως θα κυκλοφορούμε βιβλία που μας αρέσουν και δεν θα στηθεί ένας κατάλογος του εκδοτικού με δουλειές που δεν μας αγγίζουν. Γι’ αυτό τον λόγο έχουμε απορρίψει και βιβλία που βγήκαν μετά από κάποιον άλλο οίκο και πήραν τον δρόμο τους. Η επιλογή για να εκδώσουμε κάτι έχει να κάνει μόνο με τα προσωπικά μας γούστα, ανεξαρτήτως του τι όνομα και γνωριμίες κουβαλά ο κάθε συγγραφέας.
Γ.Π: Εξ ορισμού του το περιοδικό δεν καταπιάνεται με τα εφήμερα και ενημερωτικού τύπου τεκταινόμενα που αφορούν τον κόσμο της Τέχνης, αλλά κινείται καθαρά αφιερωματικά, όντας έτσι ένα περιοδικό αρχειακού ύφους. Παρ' όλα αυτά, μέσα στις περισσότερες από 100 σελίδες κάθε τεύχους είναι αδύνατον να ενσωματωθούν πολλές πολυσέλιδες και ολοκληρωμένες ποιητικές συλλογές ή άλλων ειδών βιβλία. Οπότε και εξ αφορμής του βιβλίου «Μακάριοι οι σκύλοι του οινοπνεύματος» αποφασίσαμε πως, παράλληλα με το περιοδικό, θα θέλαμε όλο αυτό το υλικό που διαβάζουμε και δεν έχει ακόμη εκδοθεί να βρει στέγη στον εκδοτικό μας οίκο, με μοναδικό γνώμονα και αρχή να μας αρέσει και να έχει, κατά τη γνώμη μας πάντα, κάτι να πει. Τέλος, να επισημάνω -κάτι μεν αυτονόητο αλλά πολλάκις παραγκωνισμένο- πως η όλη ενασχόληση με τα της εκδοτικής διαδικασίας δεν είναι μια υπόθεση απλή και πως, όπως καθετί, προϋποθέτει χρόνο και κόπο, αφοσίωση κι αγάπη, έτσι κι αυτό περιλαμβάνει μια πλειάδα εργασιών που πρέπει να καμωθούν, μέσα από ποικίλες δυσκολίες, από οικονομικής φύσεως θέματα μέχρι τις «ιδιομορφίες» καλλιτεχνών και συνεργατών.

---Ανασκοπώντας, στα τέσσερα αυτά χρόνια, με αφετηρία τις πάντα ενδιαφέρουσες εκδοτικές σας παρεμβάσεις, τον ευρύτερο πολιτισμικό χώρο, παρατηρείτε να σημειώνονται οιεσδήποτε αλλαγές; Ας πούμε στο ενδιαφέρον και στην προσληψιμότητα του κοινού;
Γ.Ζ: Το κοινό γενικά είναι μια πολύ παρεξηγήσιμη έννοια. Υπάρχει κοινό που εκπαιδεύεται, υπάρχει κοινό που θα μασήσει οτιδήποτε του πλασάρουν, υπάρχει κοινό που το ενδιαφέρει να ψαχτεί, το μοναχικό κοινό, και μπορούμε να παίζουμε αέναα με τον όρο. Το κοινό σου, για μένα, το χτίζεις με τις καταθέσεις σου ως δημιουργός και ως τρόπος παρουσίας σε αυτό που ονομάζεται τέχνη. Περισσότερο με ενδιαφέρουν αυτοί που θα τους δώσω έναυσμα, είτε με το περιοδικό είτε με τα ποιήματα, να ψαχτούν και παραπέρα. Το να χαριεντίζεσαι με έναν ολόκληρο κύκλο σε οποιαδήποτε μορφή τέχνης δεν με ενδιέφερε ποτέ, η πηγή έρχεται από αλλού, το να σου πει ένα νέο κι «άγουρο» παιδί σήμερα ότι αυτό που κάνεις με έκανε να ψαχτώ, να γνωρίσω κάτι άλλο από αυτό που ήξερα είναι κέρδος. Ξέρεις, ακούω καμιά φορά την ατάκα πως η ποίηση δεν είναι για όλους, ίσως τελικά και πολλές φορές η ποίηση δεν είναι γι’ αυτούς που το προσυπογράφουν αυτό. Είναι μια μεγάλη κουβέντα το τελευταίο και ο χώρος εδώ πολύ μικρός.
Γ.Π: Από τη μία, τα γραμμωτά Μάρλιν του Αγίου Βαρθολομαίου ζουν μόνα τους, αλλά αν είναι για να φαν, πάνε πάντα με παρέα και, από την άλλη, είναι κι οι θαλάσσιοι λέοντες στις ακτές του Περού, που για να επιβιώσουν πρέπει να μείνουν απαρατήρητοι κατά τη διάρκεια των οργίων που διαδραματίζονται δίπλα τους. Το ίδιο πάνω-κάτω ισχύει και με το κοινό. Άλλωστε, το να κυκλοφορεί κανείς διατυμπανίζοντας περιστασιακά και με μια ταμπέλα ανά χείρας που γράφει «καλλιτέχνης», «δημιουργός», «εκδότης», «αναγνώστης» ή/και ό,τι άλλο παρεμφερές, δεν είναι παρά μονάχα ένα αυτάρεσκο πυροτέχνημα που θα σκάσει, θα λάμψει λίγο και θα εξαφανιστεί - και είναι προφανώς κάτι το οποίο δεν μας αφορά και δεν μας αγγίζει. Το να καταθέτουμε, χωρίς εκπτώσεις, την ιδιόκτητή μας αντίληψη, μέσα από τις καλλιτεχνικές μας επιλογές, αποτελεί εν γένει την ταυτότητα και τη θέση μας μέσα στα πράγματα, κι αν κανείς, μέσα απ’ ό,τι κοινωνούμε, νιώθει πως μπορεί να συμπορευτεί αλλά κυρίως να τροφοδοτηθεί, τότε αυτό είναι που μπορεί να γεννήσει και να καθιερώσει αυτό που αποκαλείται «κοινό».
Τέλος, η πρόσληψη απαιτεί πάντα την αντίληψη και όπως απέδειξε κι η ίδια η ιστορία, οι άνθρωποι που αντιλαμβάνονται κάτι τη στιγμή που αυτό συμβαίνει και που συνάμα το βιώνουν ως έχει είναι αριθμητικά λίγοι σε σύγκριση με την αδηφάγα και χωρίς χαρακτήρα μάζα.

---Ποια σχέδια και ποιες άλλες συνεργασίες έχετε κατά νουν;
Γ.Ζ: Υπάρχει το έκτο τεύχος του Straw Dogs που ετοιμάζουμε αυτό τον καιρό με πολύ σπουδαίες συνεργασίες και παρουσιάσεις στις κατηγορίες του, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στην ποίηση και την πεζογραφία, όπου και θα δημοσιεύσουμε δύο ολόκληρα βιβλία μέσα στις σελίδες του. Άλλα τέσσερα βιβλία που θα ανακοινωθούν σύντομα από το site μας, καθώς επίσης και παρουσιάσεις των τριών τελευταίων ποιητικών βιβλίων που έχουμε εκδώσει, σε Ελλάδα και Κύπρο.

---Εσύ, Γιάννη, κινείσαι με την ίδια ευχέρεια ανάμεσα στη γραφή και τη μουσική, ενώ εσύ, Γιώτα, κυρίως στον χώρο των μεταφράσεων. Να αναμένουμε να δούμε κάποια στιγμή μια έκδοση που να καλύπτει όλα αυτά τα πεδία;
Γ.Ζ: Να διευκρινίσουμε ότι γράφω με αγάπη για τη μουσική και πως δεν γράφω μουσική. Ένας από τους στόχους μας είναι να μεταφραστεί και κάποιο μουσικό βιβλίο στο μέλλον ή ένα βιβλίο που το 'χει γράψει μουσικός. Πάντως, αν όχι τέλος αυτής της χρονιάς, αρχές της επόμενης, θα κυκλοφορήσουμε ένα βιβλίο μετά μουσικής που θα εγκαινιάζει και μια νέα σειρά στον εκδοτικό. Θα έχει τίτλο «Οι κρυμμένες ιστορίες πίσω από τα τραγούδια», το έχει γράψει ο Τάσος Βαφειάδης που αρθρογραφεί στο σπουδαιότερο για μένα ελληνικό μουσικό site (mic.gr) και θα έχει να κάνει με αυτό που λέει ο τίτλος του. Λεπτομέρειες προσεχώς!
Γ.Π: Έπονται, ανάμεσα σ’ άλλα, κάποια μεταφραστικά εγχειρήματα, τόσο από πλευράς μου όσο και από άλλους μεταφραστές-συνεργάτες, αλλά είναι πολύ νωρίς για να μιλήσουμε γι’ αυτά.

---Ζώντας τα τελευταία χρόνια μόνιμα στην Κύπρο, πώς αξιολογείτε την εν γένει πολιτιστική ζωή του τόπου;
Γ.Ζ: Εγώ ζω τα τελευταία έξι χρόνια εδώ και μέσα σε αυτό το διάστημα έχω δει κι έχω παρακολουθήσει να συμβαίνουν πράγματα που κάθε χρόνο γίνονται ακόμη καλύτερα. Φεστιβάλ κινηματογράφου, μουσικής, εκθέσεις και πάει λέγοντας. Το ζήτημα είναι να υπάρχει διάρκεια σε αυτά, να βελτιώνονται και να βάζει ο καθείς το λιθαράκι του στον τόπο απ’ τον τομέα του. Όπως είπα και πριν, το κοινό χτίζεται και το βλέπω να συμβαίνει σε όλες αυτές τις διοργανώσεις. Τώρα, όσον αφορά εκείνους που γκρινιάζουν πως δεν γίνεται τίποτα σε αυτό τον τόπο και άλλες γραφικές, για μένα, απόψεις, ποτέ δεν τους είδα να πατάνε σε καμίαν από τις εκδηλώσεις που συμβαίνουν κατά καιρούς.
Γ.Π: Εγώ, από την άλλη, γεννήθηκα, κατοικώ, εργάζομαι, ζω και δημιουργώ στην Κύπρο. Συμφωνώ με όλα όσα ανέφερε ο Γιάννης πιο πάνω κι απλώς θα προσθέσω πως η αντίληψή μας ως προς το τι είναι ο πολιτισμός και ποια μπορεί να είναι ατομικά ή συλλογικά τα οφέλη από αυτόν είναι όχι μόνο στην Κύπρο, αλλά και παγκόσμια, ένα θέμα που χρήζει ακόμα συζήτησης και πολλές φορές και αμφισβήτησης. Ενδιαφέροντα πράγματα, καταστάσεις και εκδηλώσεις συμβαίνουν κι άνθρωποι με σκέψεις, οράματα και ιδέες υπάρχουν. Το θέμα είναι όλα αυτά να έχουν διάρκεια μες στον χρόνο, να μοιράζονται και να στηρίζονται ουσιαστικά και έμπρακτα και να γίνονται με ειλικρινή τρόπο, με σοβαρότητα και συνέπεια, μακριά από μικρότητες και συμφέροντα που θέλουν τον όποιο «έξυπνο» να θέλει μόνο να τα κονομάει, να βγάζει μόνο όνομα και να καταλήγει απλώς ένας στυγνός επιχειρηματίας με μυαλό λογιστή και με «κοινό» του μοναχά μια κλίκα απαρτισμένη από φίλους και συγγενείς.

Ηδύφωνο, 25.9.2016
σελ. 12-13

Address

Strovolos
2057

Alerts

Be the first to know and let us send you an email when Ηδύφωνο posts news and promotions. Your email address will not be used for any other purpose, and you can unsubscribe at any time.

Contact The Business

Send a message to Ηδύφωνο:

Share


Other Media/News Companies in Strovolos

Show All